
Δες πως άνοιξα ξαφνικά,
-ποιος το περίμενε έτσι-
χωρίς μιαν ειδοποίηση,
ή -έστω- μιαν υπόνοια,
διάπλατα ανοιγμένη εγώ,
ο υπέρμαχος της κλειστής πόρτας
-ο κατάδικος της ανεπαίσθητης χαραμάδας-.
Εγώ.
Να στέκομαι μπρος στο φως
με μάτια τόσο ορθάνοιχτα.
Σαν με μπλουζάκι καλοκαιρινό,
μέσα Μάη
και ξεχνάς ξαφνικά
τόσες βροχές και τόσο κρύο του χειμώνα,
λες και δεν έγιναν ποτέ.
είναι υπέροχο να ανοίγεις μπροστά στο φως του ήλιου σαν φρούτο που ώριμο κρέμεται από το δέντρο χυμούς γεμάτο.Αρκεί το χέρι αυτού που θα σε γευτεί να είναι εξίσου καθαρό. Καλησπέρα!
ΑπάντησηΔιαγραφή