Σάββατο 19 Δεκεμβρίου 2009

Ένα σταμάτημα στην Αθήνα.



Σήμερα θα ήθελες να περπατάς στην Αθήνα
να είναι σουρουπο ή βράδυ
να κατηφορίζεις την Πανεπιστημίου, μέχρι την Αιόλου..
να παίρνεις τον πεζόδρομο, μετά στην Αγίου Μάρκου,
ύστερα να κάτσεις για λίγο στην Καπνικαρέα να προσευχηθείς
και μετά να ανεβαίνεις την Ερμού,
όλο κόσμο και πρόσωπα,
να χαζεύεις τους στολισμούς στο Σύνταγμα
κι όλη τη Βασιλίσσης Σοφίας μέχρι τον Ευαγγελισμό,
να κοιτάς μέσα στα μάτια περνώντας
το Δρομέα
που όλο τρέχει να φτάσει κι όλο κολλημένος
είναι ανάμεσα στον πόνο και τη χλιδή.
Σαν και σένα.


Να φοράς πάλι ακουστικά στ' αυτιά,
να ακούς μελωδίες μόνο κι όχι λόγια,
με ένα μπλε σκούρο τζιν,
μαύρα αθλητικά παπούτσια
και το μαύρο το παλτό.
Με τα χέρια στις τσέπες.
Μόνο το mp3 στο χέρι κι ένα 5ευρω στην πίσω τσέπη.
Ούτε τσάντες, ούτε χαρτιά ούτε αντζέντες.
Και το γαλάζιο κασκόλ τυλιγμένο στο λαιμό,
για το κρύο.


Θα κάνει κρύο σήμερα στην Αθήνα.
Είναι ωραία όταν κάνει κρύο στην Αθήνα
και περπατάς κάτω από τα κίτρινα φώτα του κέντρου.
Δε φαίνονται παράξενα τα μάτια σου
που είναι βουρκωμένα
και μπορείς να χαζεύεις απο 'δω κι από κει,
να σταματάς και να κάθεσαι όπου θες,
να τρως μια σοκολάτα στο παγκάκι
κοιτώντας τα αμαξια και τον κόσμο που περνάει,
δίπλα από το άγαλμα του Καραϊσκάκη
-πάντα σου άρεσε αυτή η πλατεία,
για τη μοναξιά της-


Και να είσαι ένας.
Να είναι αναφαίρετο δικαίωμά σου να είσαι ένας,
ΜΟΝΟΣ,
κι όχι παραξενιά ή δυσκολία
ή πρόβλημα
που πρέπει να το λύσεις
ή να το λύσουν οι άλλοι.
Και να σου χτυπά ο κρύος αέρας το πρόσωπο,
να ανακουφίζει τον πόνο σου τον μέσα
που οι άλλοι, που περνούν,
δεν ξέρουν.
Που δεν ξέρουν ούτε εσένα κι ούτε εσύ τους ξέρεις
ούτε θες να τους μάθεις
όπως ίσως δε θέλουν εκείνοι να ξέρουν εσένα.
Να μη βλέπεις γνωστούς,
να είσαι ελεύθερος και μόνος, μοναδικός.
Να 'χεις μόνη σου συντροφιά
αυτόν τον κόμπο, στο λαιμό,
που χρόνια τώρα δε λέει να σ' αφήσει.
Τόσο, που τον συνήθισες πια.


Και τα λαμπιόνια τα Χριστουγεννιάτικα να είναι όλα αναμμένα
κι όλοι να τρέχουν
κι εσύ να περνάς ανάμεσα τους ήρεμα, γαλήνια,
ξορκίζοντας το κακό και τη θλίψη,
αφήνοντας τη να τρέξει στα πλακάκια των πεζοδρομίων,
να κυλήσει στην πλατεία,
να περάσει το δρόμο
να σε πιάσει εσένα το φανάρι των πεζών
και μέχρι ν' ανάψει πράσινο,
να την έχεις χάσει.


Κι η μουσική ακόμα να παίζει στα αυτιά σου,
αλλά να ακούγεται τώρα πιο δυνατή
σα να παίζεις εσύ στη μουσική κι όχι εκείνη για σένα,
σα να γυρίζεις μια ταινία βουβή
που μόνο η μελωδία ακούγεται
κι ίσως καμιά φορά τα βήματά σου,
όχι τα λάστιχα των αυτοκινήτων ή τα κορναρίσματα
ή η κίνηση που ποτέ δε θα σταματήσει.
Να σταματάς εσύ.


Αυτή τη βόλτα στην Αθήνα
την έχεις αυτή τη στιγμή ανάγκη
περισσότερο απ' το κάθε τι.
Αυτό το σταμάτημα.




1 σχόλιο: